Μακροπρόθεσμα συμπτώματα σε παιδιά και εφήβους μετά τη λοίμωξη SARS-COV 2

Κωνσταντίνος Νικ. Συρίγος

Tα παιδιά μπορούν να βιώσουν μετα-ιϊκά σύνδρομα SARS-CoV-2, αλλά δεν είναι σαφές σε ποιο βαθμό επηρεάζονται από το long COVID. Τα στοιχεία που έχουμε στη διάθεσή μας περιορίζονται κυρίως σε επιλεγμένους πληθυσμούς χωρίς σύγκριση με ομάδες ελέγχου, γεγονός που δεν επιτρέπει την εκτίμηση του συνολικού επιπολασμού και της επιβάρυνσης σε έναν γενικό παιδιατρικό πληθυσμό.

Οι ιατροί της Γ’ Πανεπιστημιακής Παθολογικής κλινικής του Νοσοκομείου «Η ΣΩΤΗΡΙΑ», ενός από τα νοσοκομεία που δέχτηκε το μεγαλύτερο όγκο ασθενών της πανδημίας και ξεκίνησε τους εμβολιασμούς στην Ελλάδα, με επιβλέποντα τον Καθηγητή κο Συρίγο Κωνσταντίνο, καταγράφει τα νεότερα δεδομένα όπως δημοσιεύονται στο έγκριτο ιατρικό περιοδικό JAMA  (2021;326(9):869-871. doi:10.1001/jama.2021.11880), όπως περιγράφονται  σε μελέτη όπου συγκρίθηκαν τα συμβατά με long COVID συμπτώματα , και  αναφέρθηκαν από παιδιά και εφήβους εντός 6 μηνών μετά από  ορολογικό έλεγχο SARS-CoV-2 .

Συγκεκριμένα το  Ciao Corona είναι μια διαχρονική μελέτη που διερευνά την οροεπάρκεια του SARS-CoV-2 σε 55 τυχαία επιλεγμένα σχολεία στο καντόνι της Ζυρίχης στην Ελβετία σε πληθυσμό 1,5 εκατομμυρίου κατοίκων σε αστικές και αγροτικές περιοχές. Τα σχολεία έχουν επιλεγεί  τυχαία από τις 12 περιφέρειες του  καντονιού, με τον αριθμό των σχολείων ανάλογο με το μέγεθος του πληθυσμού. Στην Ελβετία, τα παιδιά παρακολούθησαν τα σχολεία δια ζώσης (με χρήση  προστατευτικών  μέτρων) το 2020-2021, εκτός από μια περίοδο lockdown 6 εβδομάδων (16 Μαρτίου έως 10 Μαΐου 2020).

Στα σχολεία που συμπεριλήφθηκαν στη μελέτη , κλήθηκαν  να συμμετάσχουν παιδιά τυχαία. Μεταξύ Ιουνίου 2020 και Απριλίου 2021, ακολουθήθηκε η εξής διαδικασία:

  1. 3 φάσεις δοκιμών περιελάμβαναν συλλογή φλεβικού αίματος για ορολογική ανάλυση (Το τεστ αναλύει ανοσοσφαιρίνες G, M και A έναντι τεσσάρων στόχων SARS-CoV-2) και ,
  2. διαδικτυακά ερωτηματολόγια για συμπτώματα (αυτοαξιολόγηση υγείας, δηλ.  «Θα λέγατε ότι η υγεία σας είναι…; .Περιέλαβαν τέσσερις κατηγορίες ανταπόκρισης που επισημάνθηκαν  ως "άριστα", "καλά", "δίκαια", "φτωχά". ).

Στη μελέτη συγκρίθηκαν  τα παιδιά που βρέθηκαν θετικά για αντισώματα SARS-CoV-2 τον Οκτώβριο ή τον Νοέμβριο του 2020 με εκείνα που βρέθηκαν αρνητικά.

 Εξαιρέθηκαν  τα παιδιά που ήταν αρνητικά τον Οκτώβριο ή τον Νοέμβριο του 2020 αλλά  υπέστησαν  ορομετατροπή ή δεν επανεξετάστηκαν μέχρι τον Μάρτιο ή τον Απρίλιο του 2021.

Τα συμπτώματα των παιδιών αναφέρθηκαν από τους γονείς τους και  έπρεπε να διαρκούν τουλάχιστον 4 εβδομάδες, όπως και αν  επιμένουν για περισσότερες από 12 εβδομάδες. Το ερωτηματολόγιο που δόθηκε  περιείχε μια λίστα προκαθορισμένων συμπτωμάτων και ένα πεδίο ελεύθερου κειμένου.

Συνολικά, συμπεριλήφθηκαν 1355 από τα 2503 παιδιά (54%) (διάμεση ηλικία, 11 έτη, 54% κορίτσια) .Διακόσια τριάντα οκτώ παιδιά δεν ήταν επιλέξιμα επειδή υπέστησαν ορομετατροπή, 292 επειδή δεν επανεξετάστηκαν και 618 επειδή δεν παρείχαν πληροφορίες σχετικά με τα συμπτώματα.

Μεταξύ Οκτωβρίου και Νοεμβρίου 2020 και Μαρτίου και Απριλίου 2021, 4 από τα 109 οροθετικά παιδιά (4%) έναντι 28 από τα 1246 οροαρνητικά παιδιά (2%) ανέφεραν τουλάχιστον 1 σύμπτωμα διάρκειας άνω των 12 εβδομάδων .

Τα πιο συχνά αναφερόμενα συμπτώματα που διαρκούν περισσότερο από 12 εβδομάδες μεταξύ των οροθετικών παιδιών ήταν η κόπωση (3/109 [3%]), η δυσκολία συγκέντρωσης (2/109 [2%]) και η αυξημένη ανάγκη για ύπνο (2/109 [2%] ). Κανένα από τα οροθετικά παιδιά δεν ανέφερε νοσηλεία μετά τον Οκτώβριο του 2020. Παρόμοιες αναλογίες οροθετικών και οροαρνητικών παιδιών ανέφεραν εξαιρετική ή καλή υγεία.

Οι περιορισμοί της μελέτης  περιλαμβάνουν το σχετικά μικρό αριθμό οροθετικών παιδιών, έλλειψη πληροφοριών για τον ακριβή χρόνο μόλυνσης SARS-CoV-2, πιθανή λανθασμένη ταξινόμηση ορισμένων παιδιών με ψευδή οροθετικά αποτελέσματα, πιθανή προκατάληψη ανάκλησης, γονική αναφορά των συμπτωμάτων του παιδιού, έλλειψη πληροφοριών σχετικά με το σύμπτωμα σοβαρότητα και μη συμπλήρωση του ερωτηματολογίου.

Παρόλο που υπάρχει long COVID στα παιδιά, οι εκτιμήσεις για τον επιπολασμό των επίμονων συμπτωμάτων με βάση τη σπάνια βιβλιογραφία κυμαίνονται από 0%  έως 27%. Πιθανά σε αυτή τη  μεταβλητότητα του υπολογιζόμενου επιπολασμού να συμβάλλουν η  αρχική σοβαρότητα της μόλυνσης με SARS-CoV-2, οι διαφορετικές μεθοδολογικές προσεγγίσεις , ο ορισμός περιπτώσεων (διαγνωσμένοι έναντι υποψίας), οι μεταβλητοί χρόνοι παρακολούθησης και ο επιπολασμός προϋπαρχουσών κλινικών καταστάσεων. 

Συμπερασματικά αυτή η μελέτη , παρόλους τους περιορισμούς της ,διαπίστωσε χαμηλό επιπολασμό συμπτωμάτων συμβατών με μακρύ COVID σε τυχαία επιλεγμένη ομάδα παιδιών η οποία αξιολογήθηκε 6 μήνες μετά από ορολογικό έλεγχο.