Διερεύνηση των περιπτώσεων εμφάνισης θρομβώσεων μετά από εμβολιασμό: τα νέα δεδομένα και οι προτεινόμενοι τρόποι αντιμετώπισης

Κωνσταντίνος Νικ. Συρίγος

Καθώς οι εμβολιασμοί προχωρούν με γρήγορους ρυθμούς, έχουν ξεκινήσει και οι μελέτες σχετικά με πιθανές παρενέργειες και πρόσφατα δημοσιεύθηκαν νέα δεδομένα σχετικά με ένα νέο σύνδρομο που ονομάστηκε ονομάστηκε vaccine induced immune thrombotic thrombocytopenia – VITT (δηλαδή ανοσολογικής αρχής θρομβωτική θρομβοπενία μετά από εμβολιασμό (New England Journal of Medicine).

Οι ιατροί της Γ’ Πανεπιστημιακής Παθολογικής κλινικής του Νοσοκομείου «Η ΣΩΤΗΡΙΑ», ενός από τα  νοσοκομεία που δέχτηκε το μεγαλύτερο όγκο ασθενών της πανδημίας, με επιβλέποντα τον Καθηγητή κο Συρίγο Κωνσταντίνο, καταγράφουν τα νεότερα δεδομένα:

Το σύνδρομο αυτό χαρακτηρίζεται από θρομβοπενία (χαμηλά αιμοπετάλια) και σχηματισμό θρόμβων και παρουσιάζεται από 5 μέχρι 24 μέρες μετά τον εμβολιασμό με εμβόλια έναντι του SARS-Cov-2 που είχαν ως φορέα αδενοϊό. Από τα εμβόλια που έχουν κυκλοφορήσει, αυτά που βασίζονται σε αυτήν την τεχνολογία είναι το  εμβόλιο της Astra-Zeneca και της Johnson, αλλά και το Ρωσικό εμβόλιο Sputnik V (το οποίο δεν κυκλοφορεί ακόμη στην Ευρώπη).

Από τις μελέτες αυτές διαπιστώθηκε ότι οι περισσότεροι εκ των ασθενών ήταν γυναίκες ηλικίας κάτω των 50 ετών, ενώ μερικές από αυτές έκαναν λήψη οιστρογόνων. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον προκαλεί το γεγονός ότι οι θρομβώσεις προκλήθηκαν σε μη συνήθεις περιοχές όπως οι εγκεφαλικές φλέβες, οι ηπατικές φλέβες η σπληνική και η πυλαία φλέβα (αλλά και οι φλέβες των κάτω άκρων και πνευμονικές φλέβες). Από τον εργαστηριακό έλεγχο σε αυτές τις περιπτώσεις διαπιστώθηκαν ευρήματα συμβατά με μια γενικευμένη και μη ελεγχόμενη ενεργοποίηση του μηχανισμού της πήξης. Πρόκειται λοιπόν για ένα σύνδρομο που εμπλέκει ανοσολογικούς μηχανισμούς και τα ευρήματα οδηγούν στο συμπέρασμα ότι αυτό το μοτίβο αντίδρασης είναι συμβατό με μια «άτυπη» ή «αυτοάνοση» θρομβοπενία, στην οποία αναπτύσσονται θρόμβοι χωρίς προηγούμενη έκθεση στην ηπαρίνη.

Είναι αναμενόμενο ότι όσο αυξάνονται οι αριθμοί των ατόμων που εμβολιάζονται θα προκύψουν ακόμα και πολύ σπάνιες επιπλοκές, που δεν φάνηκαν στις κλινικές δοκιμές. Έτσι έχουν δημοσιευθεί και άλλες περιπτώσεις ανοσολογικής θρομβοπενίας και αιμορραγίας, όμως χωρίς θρόμβωση, μετά από έκθεση ακόμα και σε εμβόλια βασισμένα στο mRNA που παράγονται από τη Moderna και την Pfizer-BioNTech.  Στις κλινικές δοκιμές που οδήγησαν στην έγκριση του εμβολίου της Astra-Zeneca δεν είχαν εμφανιστεί ανάλογες περιπτώσεις. Στις κλινικές δοκιμές του εμβολίου της Johnson&Johnson είχε αναφερθεί ένα μεμονωμένο περιστατικό.

Είναι απαραίτητο να αναζητηθούν περισσότερες πληροφορίες σχετικά με πιθανούς παράγοντες κινδύνου εκτός από τη νεαρή ηλικία και το γυναικείο φύλο, που να σχετίζονται με αυξημένο κίνδυνο αυτών των επιπλοκών. Η μελέτη αυτών των περιπτώσεων και η κλινική διερεύνηση του τρόπου με τον οποίο το εμβόλιο προκαλεί αυτά τα αντισώματα που ενεργοποιούν τα αιμοπετάλια είναι σημαντική για την εκτίμηση του κινδύνου επανεμφάνισης της θρόμβωσης και την ανάγκη μακροχρόνιας αντιπηκτικής αγωγής ενώ μπορεί να συμβάλλει καθοριστικά σε βελτιώσεις και όσον αφορά στον σχεδιασμό των εμβολίων.

Οι μηχανισμοί της παθογένεσης του συνδρόμου (VITT) δεν είναι ακόμα επαρκώς κατανοητοί και δεν έχει αποδειχθεί η χρησιμότητα της μέτρησης αντισωμάτων που σχετίζονται με τον PF4 σε όλους τους λήπτες εμβολίων.

Αξίζει να σημειωθεί ότι ο επιπολασμός αυτής της επιπλοκής του εμβολιασμού πολύ χαμηλός και ως εκ τούτου θα πρέπει να σταθμιστεί με τα οφέλη της πρόληψης της λοίμωξης Covid-19 με τον εμβολιασμό καθώς αυτή είναι μια κατάσταση με θνησιμότητα 1 έως 2% και πιθανές μακροπρόθεσμες συνέπειες. 

Προς το παρόν είναι χρήσιμο να καταγραφούν τα συμπτώματα εμφάνισης του συνδρόμου και τα οποία είναι: η εμφάνιση δύσπνοιας, άλγους στο θώρακα, οίδημα στα κάτω άκρα, κοιλιακό άλγος, κεφαλαλγία, θάμβος οράσεως, πετέχιες το δέρμα.

Παρά το γεγονός ότι τα ερευνητικά δεδομένα είναι σχετικά περιορισμένα ακόμη, η χορήγηση ενδοφλέβιας ανοσοσφαιρίνης και κορτιζόνη σε υψηλές δόσεις μπορούν να βελτιώσουν τον αριθμό των αιμοπεταλίων μέσα σε λίγες ημέρες. Έτσι μπορεί να περιοριστεί ο κίνδυνος αιμορραγίας, ειδικά όταν ξεκινά η αντιπηκτική αγωγή.

Παρόλο που η κατάσταση του συνδρόμου χαρακτηρίζεται από χαμηλά αιμοπετάλια, η χορήγηση αντιπηκτικής αγωγής μπορεί να σταματήσει την αλυσιδωτή ενεργοποίηση των μηχανισμών της πήξης. Επίσης, είναι προτιμότερο να χορηγηθούν αντιπηκτικά, μη ηπαρινικά, όπως αυτά που χορηγούνται στην θεραπεία της θρομβοπενίας που προκαλείται από την ηπαρίνη. Είναι σημαντικό να αποφευχθεί η χορήγηση αιμοπεταλίων διότι μπορεί να ενεργοποιηθεί περαιτέρω το σύνδρομο.

Καθώς αποκτάται όλο και περισσότερη εμπειρία από τους εμβολιασμούς, είναι αναμενόμενο ότι το υψηλό ποσοστό θνησιμότητας που σχετίζεται με αυτό το σύνδρομο να μειωθεί σημαντικά λόγω της πιο έγκαιρης αναγνώρισης και της κατάλληλης αντιμετώπισης.